ΣΑΠΦΩ

Ελληνίδα ποιήτρια, η διασημότερη της αρχαίας Ελλάδας (τέλος του 7ου αιώνα π.χ. - πρώτο μισό του 6ου αιώνα π.χ.). Γεννήθηκε στη Λέσβο και σχεδόν για όλη της την ζωή έζησε στο νησί αυτό, περιτρυγιρισμένη από μια ομάδα κοριτσιών της αριστοκρατίας, που εξασκούσαν μαζί της την ποίηση, την μουσική και τον χορό. Η Σαπφώ έγραψε στην Αιολική διάλεκτο της Λέσβου. Στην ελληνιστική εποχή, η ποίησή της διαιρέθηκε σε 9 βιβλία, από τα οποία σώθηκαν μια ακέραια ωδή και λίγες εκατοντάδες αποσπάσματα. Είναι μια πυκνή, ουσιαστική και εκλεπτυσμένη ποίηση ως προς τη γλώσσα, χωρίς ψεγάδια στο μουσικό της μέρος, γεμάτη έρωτα, που με σπάνια αμεσότητα αγγίζει το τέλειο.

 

Ποιήματα της Σαπφώς μεταφρασμένα από τον Παναγή Λεκατσά

 

«ΩΔΗ ΣΤΗΝ ΑΦΡΟΔΙΤΗ»

"Ομορφόθρονη αθάνατη Αφροδίτη,
κόρη του Δία, σου δέομαι, δολοπλέχτρα,
με πίκρες και καημούς μη, Δέσποινα,
παιδεύεις την ψυχή μου`

μα έλα μου, αν και κάποτε, από πέρα
μακριά, το κάλεσμά μου όμοι' αγροικώντας,
ήρθες, το πατρικό παλάτι αφήνοντας
και το χρυσό σου αμάξι

ζεύοντας` κι όμορφα στρουθιά πετώντας
γοργά στη γη σε φέρανε τη μαύρη
παν' απ' τον ουρανό με φτεροκόπημα
πυκνό μεσ' στον αιθέρα`

κι ως έφτασαν ταχιά, χαμογελώντας
με την αθάνατη όψη, ω μακαρία,
με ρώτησες σαν τι και πάλι νάπαθα,
τι σε καλώ κοντά μου,

τι λαχταρά η ψυχή μου η φρενιασμένη
τόσο πολύ να γίνει: - "Ποια και πάλι
θες η Πειθώ να φέρει στην αγάπη σου;
Σαπφώ, ποια σ' αδικάει;

Γιατί αν φεύγει, γοργά από πίσω θάρθει,
κι αν δεν παίρνει σου δώρα, θα σου φέρει`
τώρ' αν δε σ' αγαπάει, θα σ' αγαπήσει
και δίχως να το θέλει".

Ω, έλα μου και τώρα, κι' απ' τις μαύρες
τις έγνοιες λύσε με, κι ό,τι ν' αληθέψει
ποθεί η ψυχή μου τέλεσ' το κι ατή σου
συ γίνε ο βοηθός μου."

 

"Από της Κρήτης τα μέρη στην ιερή κοιλάδα, έλα
στ' όμορφο το τέμενος με τις μηλιές
και τους βωμούς π' αχνίζουνε λιβάνι.
Νερό καθάριο αχομανάει μέσα απ' των δέντρων τα κλαριά
και ρόδα σκιάζουνε το μέρος,
από το λίκνισμα των φύλλων κατεβαίνει ο ύπνος.
Υπάρχει εδώ ένα λιβάδι αλογοτρόφο,
που απ' τους ανθούς της άνοιξης πλαντάζει
και το γλυκάνισο, πόσο όμορφα μυρίζει!
Από παντού γλυκοφυσάνε αγέρια.
Αχ έλα, Κύπριδα, τα γιορτινά εσύ στεφάνια πάρε
και στους χρυσούς τους κήλικες το νέκταρ κέρνα,
πλούσιο δώρο της γιορτής!"

 


"Κάλλιο το 'χα να πέθαινα στ' αλήθεια`
μ' αποχαιρέτησε με κλάματα πολλά

και μέσα στ' άλλα μου `λεγε κι' αυτό:
-"Ωιμέ κακά που μας ευρήκαν πλήθια,
Σαπφώ μου! μ' άθελά μου εγώ σ' απαρατώ".

Και της απάντησα εγώ τότε: "Στο καλό,
πήγαινε στο καλό, κι' όπου κι' αν θα `σαι
μη λησμονάς` γιατί πώς σ' είχαμεν εδώ

ξέρεις` κι αν όχι, τα που ξέχασές τα πιο
άφησε να στα πω να τα θυμάσαι,
όσα γλυκά κι` ωραία χαιρόμαστε, κι' οι δυο`

μενεξεδένια στέφανα έπλεκες πολλά
κι από ρόδα και κρόκο στα μαλλιά σου
βάζοντάς τα στο πλάι μου απαλά,

κι ανθοστέφανα κι άλλα δροσερά
στα τρυφερά κρεμούσες τα λαιμά σου
με λούλουδα γλυκόμορφα πλεχτά,

και με βρενθείου μυρωδιά βασιλική
έπαιρνες πλούσια κι' έραινες, καλή μου,
την ομορφόμαλλη την κεφαλή,

και πάνω στο κρεβάτι μας το μαλακό
την απαλή...
των κοριτσιών τον πόθο σβούσες τον γλυκό."

 

 

"Η ΩΔΗ ΤΗΣ ΑΡΙΓΝΩΤΑΣ"


"...μακριά απ' τις Σάρδεις τώρα
γυρίζοντας εδώ συχνά το νου της,

σαν ζούσαμε μαζί, στ' αλήθεια σ' είχε
όμοια στην όψι εσένα η Αριγνώτα
με θεά, και βαθιαγάλλιαζε η ψυχή της

στη μολπή σου` και μέσα στις γυναίκες
τις Λύδιες ξεχωρίζει, ως όταν πέσει
ο ήλιος, ροδοστέφανη η Σελήνη,

από τ' αστέρια υπέρτερη όλα, χύνει
το φως στ' αρμυρά πελάγη επάνω
και στην πολύανθη γη` κι' αργοσταλάζει

όμορφα γύρω η δρόσος κι αναθάλλουν
τα ρόδα, οι άνηθ' οι απαλοί κι ο ανθοντυμένος
μελίλωτος. Κι αυτή στριφογυρίζει,

γλυκότροπή μου Ατθίδα, ως σε θυμάται
και τρώει ο γλυκός πόθος τη λεπτή της
ψυχή και την καρδιά βαραίνει η πλήξη

και δυνατά μας κράζει εκεί να πάμε,
μα η Νύχτα με τ' ανάριθμα τ' αυτιά της
απ' τους δρόμους επάνω του πελάγου

δεν μας κράζει τ' ανάκουστα..."

 

 


"Όμοια θεού μου φαίνεται η θωριά του
του αντρός αυτού που κάθεται αντικρύ σου
κι αγροικάει με λαχτάρα τη φωνή σου
σα μιλήσεις κοντά του

και γλυκά σαν γελάσεις` μα η καρδιά μου
στα στήθη μου από τούτο σπαρταράει
μόλις στρέψω και ιδώ σε ξεψυχάει
κι' αποσβήν' η λαλιά μου,

σαν τη γλώσσα μου κάτι να τσακίζει
σιγανή φλόγα τρέχει το κορμί μου,
θαμπωμένοι δεν βλέπουν οι οφθαλμοί μου,
κι η ακοή μου βουίζει,

ιδρώτ' από τα μέλη μου αναδίνω,
κι όλη τρέμω, πιο πράσινη στο χρώμα
κι' από χόρτο, και λέω πως λίγο ακόμα
και νεκρή θ' απομείνω.

Κι όμως όλα τα υπομένω ακόμα, μια και..."

 

«Ο έρως που τα μέλη ξελιγώνει
πάλι το σερπετό με συνταράζει
γλυκόπικρο κι αμάχητο... μα σου είναι
Ατθίδα μου, βαρύ να μ' έχεις έγνοια,
κι όλο στην Ανδρομέδα φτερουγίζεις.»

 

 

"Μια όμορφη κοπέλλα, που παρόμοια
με λούλουδα χρυσά έχει τη μορφή της,
την Κληίδα μου έχω την αγαπημένη,
κι εγώ μ' αυτήν ακέρια τη Λυδία
δε θάλλαζα, μηδέ την ξακουσμένη..."

 

Ποιήματα της Σαπφώς μεταφρασμένα από τον Οδυσσέα Ελύτη

 

«κι ανάμεσα σε μαλακά σκεπάσματα χνουδάτα
με προσοχή την πλάγιασε
α να `ταν πάντα το κεφάλι ν' ακουμπάς
σε τέτοιας φιλενάδας τρυφερής τα στήθη
να κράταγε για μένα δυο φορές η νύχτα ετούτη
να `ταν χρυσή Αφροδίτη μου
τέτοια μια μοίρα να μου λάχει εμένα!»

 

 

«να `ξερες από πότε σ' αγαπούσ' Ατθίδα μου`
όμως μου φαινόσουν ακόμη τόσο μικρούλα κι άβγαλτη
α τι καλά πού `ρθες` και πως σε λαχταρούσα`
και τι φωτιές μες στην ψυχή μου άναψες που την έκαψαν!
ελπίδα του έρωτα!
τώρα καθώς αντίκρυ σε κοιτάζω
λέω πως δεν ήταν ποτέ της έτσι ωραία η Ερμιόνη`
και πως αν έκανα με την ξανθή Ελένη να σε παρομοιάσω
ανάρμοστο δε θα `ταν`
αν κάτι τέτοιο γίνεται για τις θνητές ποτέ`
μα σου λέω και τούτο να το ξέρεις:
μπροστά στην ομορφιά σου οι έγνοιες μου όλες
χάνονται και σκορπούν σαν πούπουλα...»

 

 

«γύρνα πάλι κοντά μου σ' εξορκίζω Γογγύλα`
το χιτώνα φορώντας το λευκό σα γάλα
πάλι φανερώσου` όμορφη`
να `ξερες τι λαχτάρες μου γεννάς έτσι ντυμένη!
και πως νιώθω χαρούμενη που όχι εγώ
μα η Θεά μας η ίδια σου το λέει` σα να σε μαλώνει`
που τόσα χρόνια την παρακαλώ και την παρακαλώ
Γογγύλα` λες κι ένας πόθος με πιάνει να πεθάνω
και τις όχθες όπου ανθεί ο λωτός
μέσα στη δρόσο ν' αντικρίσω
του Αχέροντα.»

 

 

«καλώς μας ήρθες Γυριννώ` κι άμποτε λέω
να μείνεις χρόνους πολλούς εδώ κοντά μου
όσους κι αυτούς που μου `λειψες
ούτε ποτέ πιστεύω στους καιρούς που θα `ρθουν
κάτω απ' το φως του ήλιου θα βρεθεί ποτέ
παρθένα με τη γνώση τη δική σου.»

 

 

«γρήγορα η ώρα πέρασε` μεσάνυχτα κοντεύουν`
πάει το φεγγάρι πάει κι η Πούλια βασιλέψανε`
και μόνο εγώ κείτομαι δω μονάχη κι έρημη
ο Έρωτας που βάσανα μοιράζει
ο Έρωτας που παραμύθια πλάθει
μου άρπαξε την ψυχή μου και την τράνταξε
ίδια καθώς αγέρας από τα βουνά
φυσάει μέσα στους δρυς φυσομανώντας.»

 

 

Ποιήματα της Σαπφώς μεταφρασμένα από τον Κώστα Τοπούζη

 

«Άλλοι τους ιππείς, άλλοι τους πεζούς
και άλλοι τα καράβια θεωρούν το καλύτερο
πάνω στη γη`  εγώ νομίζω πιο καλό
ό,τι αγαπά ο καθένας.

Και όλοι μπορούν να το νιώσουν αυτό,
αφού η Ελένη – που όλες τις άλλες
στην ομορφιά ξεπερνούσε –
τον άντρα της τον άριστο

τον άφησε κι έφυγε στην Τροία με πλοίο
και καθόλου δεν νοιάστηκε
για γονείς και για κόρη,
μα την ξεστράτισε η Κύπριδα.

Εύκολα ο νους και η καρδιά μας
λυγάει.  Έτσι κι εγώ την Ανακτορία
λαχταρώ
που λείπει μακριά μου`

το λικνιστό της βάδισμα ποθώ,
το φωτεινό της πρόσωπο να δω,
παρά τα άρματα Λυδών με ένοπλους
να μάχονται.»

 

 

"Γλυκιά μου Μίκα,
να σ’ αγαπώ δεν θα πάψω,
κι ας προτίμησες τον έρωτα της Πενθελίδας
της κακότροπης.
Γλυκό τραγούδι ψάλλει
μαγευτική φωνή,
τρελαίνονται τ’ αηδόνια,
δροσιά σταλάζει η φωνή τους."

 

 

Ποιήματα της Σαπφώς μεταφρασμένα από τον Σωτήρη Κακίση

 

"έτσι, Σαπφώ μου` γιατί αλλιώς, να σ’ αγαπάω θα πάψω`
βγες να σε δω, και σήκωσε το λατρεμένο σώμα
απ’ το κρεβάτι` πέταξε το χιώτικο το πέπλο,

κι όπως το κρίνο να λουστείς, τ’ ανέγγιχτο, στη βρύση
με το νερό` κι η Κλείδα μας άρωμα κέδρου ας φέρει,
να σε τυλίξει κίτρινη εσάρπα και το πέπλο

το πορφυρό` κι ως θα φοράς την κάπα σου, θα πλέξω
στεφάνια στα μαλλάκια σου βλαστάρια με λουλούδια`
μα έλα, που με τρέλανε, γλυκιά μου, η ομορφιά σου`

κι εσύ, Φράξινα, ψήσε μας τα κάστανα στη θράκα,
όσο να φτιάξω το πιοτό που αρέσει στα κορίτσια`
κάποιος θεός, παιδάκι μου, μας τα χρωστάει ετούτα`

και σήμερα υποσχέθηκε να `ρθεί στη Μυτιλήνη,
στην πόλη που αγαπήσαμε, η πιο όμορφη γυναίκα,
σαν μάνα πλάι στα παιδιά, έτσι η Σαπφώ μαζί μας`

αγαπημένη Ατθίδα μου, άραγε όλα εκείνα
πως μπόρεσες και ξέχασες, κι ας μου ορκιζόσουν τότε;
"

 

 

Ποιήματα της Σαπφώς μεταφρασμένα από την Τασούλα Καραγεωργίου

 

"ερατεινά στεφάνια στα μαλλιά σου πλέξε, Δίκα,
τυλίγοντας με τ’ απαλά σου χέρια
του άνηθου τα τρυφερά κλωνάρια`
με τα όμορφ’ άνθη στολισμένη` έτσι σε θέλουν
οι μακάριες Χάριτες`
καθόλου δεν τιμούν τις αστεφάνωτες
"

 

 

Ποιήματα της Σαπφώς μεταφρασμένα από τον Ροβήρο Μανθούλη

 

Με του έρωτα τα μάτια πάλι σε κοιτώ,
έτσι που στέκεσαι μπροστά μου σαστισμένη.
Η Ερμιόνη είν’ όμορφη όσο ποτέ, θαρρώ,
στην ομορφιά καμιά τους δε την παραβγαίνει
- και δεν βλέπω τίποτα το άπρεπο αν πω:
ούτε καν η ολόξανθη και ξακουστή Ελένη!

Πώς να μη συγκρίνω τις θνητές με τις Θεές
όταν έχω μπροστά μου τέτοιες καλλονές;
Μόνο που σε βλέπω, να ξέρεις, ομορφιά μου,
όλα εξαφανίζονται τα βάσανά μου.

 

 

Επιστροφή στα Κλασικά